- προέτρεπε
- προέτρεπε , προτρέπωurge forwardsimperf ind act 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
προὔτρεπε — προέτρεπε , προτρέπω urge forwards imperf ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προύτρεπε — προέτρεπε , προτρέπω urge forwards imperf ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Γοργοφόνος — Μυθολογικόπρόσωπο. Βασιλιάς των Επιδαυρίων και ιδρυτής των Μυκηνών. Οι υπήκοοί του τον είχαν εξορίσει, αλλά καθώς περνούσε από το Άργιον όρος βρήκε λαβή ξίφους από ελεφαντόδοντο· θυμήθηκε τότε τον παλαιό χρησμό που τον προέτρεπε να χτίσει πόλη… … Dictionary of Greek
θεοφανής — I (1ος αι. π.Χ.). Ιστορικός από τη Μυτιλήνη. Παρακολούθησε τις εκστρατείες του Πομπήιου και τις περιέγραψε, συγκρίνοντάς τις με εκείνες του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Αυτό κολάκευσε τον Πομπήιο, που τον αναγόρευσε, το 61 π.Χ., Ρωμαίο πολίτη. Στον… … Dictionary of Greek
Βαρλαάμ Μακάριος — Αγωνιστής του 1821. Καταγόταν από τη Σκύρο. Όταν κηρύχθηκε η Επανάσταση, ήταν πρωτοσύγκελος του αρχιεπισκόπου Χαλκίδας. Οι Τούρκοι τον υποχρέωσαν να περιοδεύσει στο νησί του για να καθησυχάσει τον λαό και να τον αποτρέψει να προσχωρήσει στην… … Dictionary of Greek
Διασσωρίνος ή Διαστωρηνός, Ιάκωβος — (Ρόδος; – Λευκωσία 1563).Λόγιος. Σπούδασε στη Χίο, κοντά στον Λήσταρχο, και από την εποχή αυτή άρχισε να ασχολείται με τη συλλογή και την αντιγραφή αρχαίων χειρογράφων. Μεταξύ του 1543 και του 1545 εγκαταστάθηκε στη Βενετία, ενώ στη συνέχεια… … Dictionary of Greek
Κλήμης — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Ο απόστολος. Ήταν επίσκοπος Σάρδεων. Από τον Απόστολο Παύλο αναφέρεται στην Προς Φιλιππησίους δ’ 3 επιστολή, ως ο πρώτος εθνικός που έγινε χριστιανός. Η μνήμη του τιμάται στις 10 Σεπτεμβρίου. 2.… … Dictionary of Greek